Ποιοι «βάζουν πλάτη» στην κυβέρνηση και στο υπουργείο Παιδείας;

Στις 16 Οκτώβρη πραγματοποιήθηκε η Γενική Συνέλευση των προέδρων των ΕΛΜΕ. Στη συνέλευση αυτή, η μεγάλη πλειοψηφία των ΕΛΜΕ τάχθηκε υπέρ της συνέχισης του αγώνα ενάντια στην πολιτική της κατηγοριοποίησης και διαφοροποίησης των σχολείων, που υποβαθμίζει το δημόσιο σχολείο, οξύνει τους ταξικούς φραγμούς στη μόρφωση και επεκτείνει την επιχειρηματική – ιδιωτικοοικονομική λειτουργία των σχολείων που προωθούν η κυβέρνηση της ΝΔ και το υπουργείο Παιδείας, ιδιαίτερα με τους τελευταίους νόμους.

Γράφει ο Δημήτρης Ακτύπης *

Η πρόταση για επαναπροκήρυξη της απεργίας – αποχής στη Γενική Συνέλευση δεν κατάφερε να συγκεντρώσει τα 2/3 των απαιτούμενων ψήφων για να τεθεί σε ισχύ.

Το γεγονός όμως ότι στην ψηφοφορία καταγράφηκε το 54% των προέδρων των ΕΛΜΕ κόντρα στην πλειοψηφία του Διοικητικού Συμβουλίου της ΟΛΜΕ είναι ελπιδοφόρο. Είναι αξιοσημείωτο ότι μια σειρά ΕΛΜΕ, κάτω από την πίεση των ίδιων των συναδέλφων και παρά την προσπάθεια τρομοκρατίας και εκφοβισμού από τις δυνάμεις της ΔΑΚΕ και της ΣΥΝΕΚ (ΣΥΡΙΖΑ), ψήφισαν τη συνέχιση του αγώνα. Αυτή η προσπάθεια είναι ελπιδοφόρα και δείχνει τον δρόμο για το πώς πρέπει να κινηθεί το κίνημα, κόντρα στην προσπάθεια που κάνει η ηγεσία της ΟΛΜΕ να μαζέψει τη μαζική αντίδραση των εκπαιδευτικών και να βάλει πλάτη στην υλοποίηση της αντιεκπαιδευτικής πολιτικής της κυβέρνησης.

Ιδιαίτερες ευθύνες έχει η παράταξη του ΣΥΡΙΖΑ στην ΟΛΜΕ. Χωρίς την ψήφο τους δεν θα μπορούσε να σταματήσει η απεργία – αποχή. Η απόφαση να σταματήσει η απεργία – αποχή ήταν πολιτική επιλογή της πλειοψηφίας, που δεν επηρεάστηκε ούτε καν από την τεράστια απεργία της 11ης Οκτώβρη. Η στάση αυτή είναι σε πλήρη αντιστοιχία με την τοποθέτηση του προέδρου του κόμματός τους ότι «εμείς στα δύσκολα βάζουμε πλάτη».

Αποδοχή των διατάξεων του νόμου Χατζηδάκη η απόφαση για διακοπή της απεργίας – αποχής

Η απόφαση για διακοπή της απεργίας – αποχής, που πήρε η ηγεσία της ΟΛΜΕ, σημαίνει αποδοχή των διατάξεων του νόμου Χατζηδάκη. Οι παρατάξεις της πλειοψηφίας, και ειδικά οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ, αποδέχθηκαν την απόφαση των δικαστηρίων που έκρινε παράνομη την απεργία, για τους λόγους που προβλέπονται στο αντεργατικό τερατούργημα (γνωστοποίηση στον ΟΜΕΔ, καθορισμό προσωπικού εγγυημένης λειτουργίας κ.λπ.). Η επιλογή αυτή, τη δεδομένη στιγμή, αναγκάζει έναν ολόκληρο κλάδο να υποταχθεί στις αποφάσεις των δικαστηρίων. Αυτή είναι η πραγματική αποδοχή του νόμου Χατζηδάκη. Η υποταγή στους νόμους της κυβέρνησης και στις αποφάσεις των δικαστηρίων, και όχι η στήριξη της πρότασης των ΕΛΜΕ και των συνδικαλιστών του ΠΑΜΕ για την επαναπροκήρυξη της απεργίας – αποχής.

Υπονομεύουν στην πράξη την απόφαση του Γενικού Συμβουλίου της ΑΔΕΔΥ, όπου ανάμεσα σε άλλα αναφέρεται: «Σε όλες εκείνες τις περιπτώσεις που οι προϋποθέσεις που θέτει ο ν. Χατζηδάκη για την πραγματοποίηση μιας απεργίας την υπονομεύουν ή στην πράξη την κάνουν αδύνατη, δεν θα εφαρμόσουμε τον νόμο Χατζηδάκη (π.χ. ημερομηνίες κατάθεσης εξώδικου για στάσεις εργασίας, ποσοστό προσωπικού ασφαλείας, καθορισμό προσωπικού εγγυημένης λειτουργίας). Σε καμία περίπτωση δεν αποδεχόμαστε η πραγματοποίηση της απεργίας να εξαρτάται από την έκθεση ή τη σύμφωνη γνώμη του ΟΜΕΔ».

Με άλλα λόγια, η ίδια η απόφαση που στήριξαν οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ στην ΑΔΕΔΥ δεν λέει ότι μια Ομοσπονδία δεν μπορεί να πάει στον ΟΜΕΔ για να συνεχίσει μια απεργιακή κινητοποίηση, αλλά ότι δεν θα εξαρτηθεί η πραγματοποίησή της από τη γνωστοποίηση ή τη σύμφωνη γνώμη του ΟΜΕΔ.

Είναι φανερό ότι οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ στην ΟΛΜΕ, για να δικαιολογήσουν την πολιτική τους στάση και να μαζέψουν την απεργία – αποχή, κάνουν το άσπρο μαύρο, άλλα λένε στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση και άλλα ψηφίζουν στην ΑΔΕΔΥ και στο υπόλοιπο Δημόσιο.

Η στάση τους στη Γενική Συνέλευση των προέδρων είχε άλλη σκοπιμότητα, δεν έχει καμία σχέση με την υπεράσπιση του συνδικαλιστικού κινήματος από την αντεργατική πολιτική της ΝΔ ή την προστασία των συναδέλφων.

Θέλουν κίνημα που δεν αμφισβητεί τον πυρήνα των αντιεκπαιδευτικών σχεδιασμών

Η στάση τους καθορίστηκε από τη συνολική αντίληψη που έχουν για το κίνημα. Οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ στο εργατικό κίνημα δεν θέλουν και δεν μπορούν να τραβήξουν έναν αγώνα πέρα από τα στενά όρια που βάζουν οι αστικές κυβερνήσεις, τα δικαστήρια και οι μηχανισμοί τους.

Θέλουν ένα κίνημα που δεν θα αμφισβητεί τον πυρήνα των αντιεκπαιδευτικών σχεδιασμών, τις κατευθύνσεις της ΕΕ και του ΟΟΣΑ για το σχολείο που υπηρετεί η ΝΔ και οι ίδιοι υπηρέτησαν επάξια όταν ήταν στην κυβέρνηση. Είναι χαρακτηριστική η «κουλτούρα της αξιολόγησης» που ήθελε να φέρει ο κ. Γαβρόγλου στα σχολεία, νόμος 4547/18, το προσοντολόγιο, οι αλλαγές στο Λύκειο, το αυτόνομο σχολείο και μια σειρά άλλα νομοθετήματα που αξιοποίησε η κυβέρνηση της ΝΔ και τα εφαρμόζει προς το χειρότερο.

Θέλουν ένα κίνημα που απλά θα γρατζουνάει την κυβέρνηση της ΝΔ, σε μια λογική φθοράς, και δεν θα ξεφεύγει από τα όρια της κυβερνητικής εναλλαγής. Αυτό άλλωστε ήταν και το περιεχόμενο των δηλώσεων του κ. Φίλη, ο οποίος αναφερόμενος στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ είπε ότι «καθιέρωσε ένα αποτελεσματικό σύστημα αξιολόγησης σε επίπεδο σχολικής μονάδας». Σε αυτήν την κατεύθυνση ήταν και τα «τιτιβίσματα» του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Κυρίτση, ο οποίος λίγο πριν την πανεργατική απεργία ενάντια στον νόμο Χατζηδάκη ούτε λίγο ούτε πολύ έλεγε ότι «δεν χρειάζεται να απεργήσετε, απλά ψηφίστε μας!», και τελικά ο ΣΥΡΙΖΑ ψήφισε τα μισά άρθρα του νόμου Χατζηδάκη. Ο ίδιος ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ επαναλαμβάνει συνεχώς ότι όλο αυτό το διάστημα το κόμμα του κάνει «υπεύθυνη αντιπολίτευση» στην κυβέρνηση και «βάζει πλάτη», είτε με αφορμή την πανδημία, είτε στο θέμα των φυσικών καταστροφών, είτε στα ζητήματα της οικονομίας. Ακριβώς αυτό έγινε και στην περίπτωση της «αξιολόγησης». Οι δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ βάζουν πλάτη…

Μετά απ’ αυτές τις εξελίξεις στην ΟΛΜΕ, είναι αναγκαίο περισσότερο από ποτέ να σπάσουν το κλίμα αναμονής, η λογική που σκόπιμα καλλιεργείται ότι με τους αγώνες δεν γίνεται τίποτα και οι αυταπάτες ότι οι λύσεις μπορούν να δοθούν μόνο από τα πάνω, από κάποιες «προοδευτικές κυβερνήσεις». Τις «λύσεις» αυτές τις δοκιμάσαμε στο παρελθόν, ιδιαίτερα οι εκπαιδευτικοί, και έχουμε πικρή εμπειρία. Η κάθε κυβέρνηση πατάει στους νόμους της προηγούμενης και νομοθετεί επιπλέον μέτρα ενάντια στα δικαιώματα των εργαζομένων.

Τώρα περισσότερο από ποτέ είναι ανάγκη να δυναμώσει ο κοινός αγώνας όλων των εργαζομένων ενάντια στην αντιλαϊκή πολιτική κάθε κυβέρνησης. Περισσότερο από ποτέ είναι ανάγκη να αποδυναμωθούν στην Ομοσπονδία και στις ΕΛΜΕ οι συνδικαλιστικές δυνάμεις που μπαίνουν εμπόδιο σε αυτήν την προοπτική. Χρειαζόμαστε σωματεία που θα παλεύουν και θα υπερασπίζονται τα δικαιώματα και τις ανάγκες των εργαζομένων χωρίς ταλάντευση, ανεξάρτητα από το ποια είναι η κυβέρνηση, πραγματικό αποκούμπι και στήριγμα των εργαζομένων και όχι το μακρύ χέρι της εκάστοτε κυβέρνησης και των μνηστήρων της μέσα στο κίνημα.

* Ο Δημήτρης Ακτύπης είναι μέλος του ΔΣ της ΟΛΜΕστέλεχος του ΠΑΜΕ

Διαβάστε τις Εκπαιδευτικές Ειδήσεις, με την αξιοπιστία και την εγκυρότητα του edweek.gr

   Μπες στην ομάδα μας στο Viber!

Μοιράσου το άρθρο:

             

Αν η εικόνα υπόκειται σε πνευματικά δικαιώματα παρακαλούμε να μας ενημερώσετε για να την αντικαταστήσουμε.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.