ΑΣΕ για Σκάνδαλο Cisco: Επιβεβαίωση των καταγγελιών μας με καθυστέρηση λίγων μηνών

«Είχαμε καταγγείλει ότι η κυβέρνηση της ΝΔ γνώριζε πολύ καλά πού βάδιζε από τη συμφωνία που είχε συνάψει, αφού είναι ήδη γνωστό, σκανδαλώδες και «φυσιολογικό» στο πλαίσιο της ιδιοκτησίας τέτοιων εργαλείων από μεγάλους μονοπωλιακούς ομίλους ότι διατηρούν κάθε δικαίωμα στη χρήση και επεξεργασία δεδομένων από αυτή τη χρήση για δικούς τους επιχειρηματικούς σκοπούς», υπογραμμίζει η ΑΣΕ για το «σκάνδαλο Cisco».

Αναλυτικά η ανακοίνωση της ΑΣΕ:

Επιβεβαίωση των καταγγελιών μας με καθυστέρηση λίγων μηνών

Η απόφαση της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, σχετικά με την αξιοποίηση των προσωπικών δεδομένων των χρηστών της τηλεκπαίδευσης από την πολυεθνική εταιρία CISCO, ενισχύει τις καταγγελίες των εκπαιδευτικών σωματείων, των γονιών και των μαθητών.

Από τον Μάρτη του 2021, ως Αγωνιστική Συσπείρωση Εκπαιδευτικών είχαμε τοποθετηθεί καθαρά, λέγοντας ότι δεν αποτελεί κεραυνό εν αιθρία το ότι η Cisco έχει τη δυνατότητα να συλλέγει και να αξιοποιεί δεδομένα χρήσης χιλιάδων μαθητών και εκπαιδευτικών. Μάλιστα, είχαμε καταγγείλει ότι η κυβέρνηση της ΝΔ γνώριζε πολύ καλά πού βάδιζε από τη συμφωνία που είχε συνάψει, αφού είναι ήδη γνωστό, σκανδαλώδες και «φυσιολογικό» στο πλαίσιο της ιδιοκτησίας τέτοιων εργαλείων από μεγάλους μονοπωλιακούς ομίλους: Η χρήση των υπηρεσιών τους από εκατομμύρια χρήστες, προϋποθέτει από τους όρους χρήσης κιόλας, στα «ψιλά γράμματα», ότι διατηρούν κάθε δικαίωμα στη χρήση και επεξεργασία δεδομένων από αυτή τη χρήση για δικούς τους επιχειρηματικούς σκοπούς.

Στη σύμβαση, άλλωστε, αναφερόταν ρητά ότι «η Cisco μπορεί να αποκαλύψει δεδομένα τηλεμετρίας και δεδομένα υποστήριξης σε τρίτους…», ότι η Cisco μπορεί να χρησιμοποιεί αυτά τα δεδομένα «…για δικούς της επιχειρηματικούς σκοπούς χωρίς απόδοση ή αποζημίωση στον πελάτη…». Για τον ίδιο λόγο μπορεί να κάνει χρήση και για τα «Διοικητικά Δεδομένα» ενώ «…η Cisco δεν υποχρεούται να επιστρέψει ή να καταστρέψει προστατευμένα δεδομένα που αποτελούν δεδομένα διαχείρισης…». Τα δεδομένα αυτά η Cisco μπορεί να τα μεταπωλεί σε τρίτους, ακόμα και στην ίδια την ελληνική κυβέρνηση.

Η κυβέρνηση της Ν.Δ. αξιοποίησε το πρόγραμμα ΣΥΖΕΥΞΙΣ ΙΙ, έργο του υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης και της Κοινωνίας της Πληροφορίας, που είχε υπογράψει αρχικά ο ΣΥΡΙΖΑ, στο οποίο περιλαμβάνονταν και η άδεια αγοράς εργαλείων τηλεδιασκέψεων και προϊόντων της CISCO.

Έγκαιρα, από την πλευρά μας, είχαμε αποκαλύψει το πόσο υποκριτική είναι η επίκληση της υποχρέωσης της CISCO, που σήμερα χρησιμοποιεί και η κυβέρνηση, να «αποπροσωποποιήσει» τα δεδομένα πριν κάνει χρήση τους, δηλαδή να μην προκύπτει από αυτά η ταυτοποίηση φυσικού προσώπου, γεγονός που προβλέπεται από τον Γενικό Κανονισμό Προσωπικών Δεδομένων (Σύμφωνα με τον GDPR τα δεδομένα αυτά θεωρούνται μη-προσωπικά). Υποκριτική, για δυο λόγους:

–    Πρώτον, γιατί τα αποπροσωποποιημένα δεδομένα είναι ακριβώς το ζητούμενο, πρώτα και κύρια για κάθε εταιρία. Η στατιστική τους αξία μετατρέπεται σε πολύτιμο χρυσορυχείο για εμπορικούς και άλλους επιχειρηματικούς σκοπούς.

–    Δεύτερον, γιατί σύμφωνα με έρευνες, υπάρχουν τεχνολογίες που ακόμα και αυτά τα δεδομένα είναι σχεδόν αδύνατο να μην μπορούν να ταυτοποιηθούν ύστερα από την ανωνυμοποίησή τους.

Με αυτή την έννοια, καταλαβαίνει κανείς το έωλο των επιχειρημάτων της κυβέρνησης ότι: «…το Υπουργείο πέτυχε ειδικούς, αυστηρότερους όρους προστασίας των δεδομένων που ισχύουν μόνο στο πλαίσιο της δικής μας σύμβασης», από εκείνους που ισχύουν στα «Privacy data sheets της CISCO» όπως και ότι «…τα δεδομένα είναι ψευδωνυμοποιημένα και ότι είναι αμφίβολο αν μπορούν να χρησιμοποιηθούν με τρόπο που να επιφέρει δυσμενείς συνέπειες στα υποκείμενα των δεδομένων».

Επομένως, οι ευθύνες της κυβέρνησης είναι τεράστιες. Κατά τη γνώμη μας η συζήτηση περί «ορθής χρήσης» των δεδομένων την τηλεκπαίδευσης και ο περιορισμός της συζήτησης, στενά, στο αν τηρούνται οι κανονισμοί της Ε.Ε., που τροφοδοτείται από τις δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ, είναι αποπροσανατολιστικοί. Η μόνη πιθανή αξιοποίησή τους από τους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους, όπως η CISCO, σε συνεργασία με τις αστικές κυβερνήσεις, είναι για επιχειρηματικούς και εμπορικούς σκοπούς. Παρά την τεράστια δυνατότητα που προσφέρουν τα τεχνολογικά μέσα για την αναβάθμιση της παιδείας και της ζωής των εργαζομένων. Όσο για την επιλογή ενός κολοσσού των ΗΠΑ συγκεκριμένα για αυτή την υπόθεση, αυτό μάλλον συνιστά πλευρά της πολυεπίπεδης «στρατηγικής συνεργασίας» της Ελλάδας με τις ΗΠΑ, η οποία παρουσιάζεται από τα Κόμματα αυτά στην Ελλάδα περίπου ως «ευλογία».

Οι χιλιάδες εκπαιδευτικοί που όλο αυτό το διάστημα δίνουμε μάχη για να σταθούμε δίπλα στους μαθητές μας, που κατά τη διάρκεια της αναστολής λειτουργίας των σχολείων πήραμε στις πλάτες μας την τηλεκπαίδευση, προκειμένου να κρατήσουμε ανοιχτή την παιδαγωγική σχέση με τους μαθητές μας, απαιτούμε από την κυβέρνηση και το ΥΠΑΙΘ να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Να πουν ξεκάθαρα την αλήθεια στους εργαζόμενους και να διακόψουν κάθε συνεργασία με εταιρίες και πολυεθνικές σε κάθε τομέα της εκπαίδευσης.

Η μόρφωση δεν είναι εμπόρευμα, το σχολείο δεν είναι επιχείρηση και πεδίο κερδοφορίας!

Διαβάστε τις Εκπαιδευτικές Ειδήσεις, με την αξιοπιστία και την εγκυρότητα του edweek.gr

   Μπες στην ομάδα μας στο Viber!

Μοιράσου το άρθρο:

             

Αν η εικόνα υπόκειται σε πνευματικά δικαιώματα παρακαλούμε να μας ενημερώσετε για να την αντικαταστήσουμε.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.